- μακρινός
- (Marcus Opellius Severus Macrinus, 164 – Βιθυνία 218 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (217-218), μαυριτανικής καταγωγής. Το 212 έγινε έπαρχος. Λέγεται ότι οργάνωσε τη δολοφονία του Καρακάλλα (217), γεγονός που επαληθεύεται και από την ανακήρυξή του σε αυτοκράτορα με την υποστήριξη του στρατού. Μετά από λίγο καιρό αβεβαιότητας και ήττας, αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει άδοξα με τους Πάρθους, με τους οποίους η Ρώμη βρισκόταν τότε σε πόλεμο, και να τους καταβάλει και πολεμική αποζημίωση. Για να βρει τότε οικονομικούς πόρους, μείωσε τους μισθούς των στρατιωτών, πράγμα που προκάλεσε δυσαρέσκεια. Την εποχή εκείνη τον νίκησε ο Ηλιογάβαλος, γιος ενός εξαδέλφου του Καρακάλλα, κοντά στην Αντιόχεια, και οι περισσότεροι από τους στρατιώτες του προσχώρησαν στον αντίπαλό του. Ο Μ. προσπάθησε τότε να ξεφύγει, αλλά τον αιχμαλώτισαν και τον αποκεφάλισαν στη Βιθυνία, τον Ιούνιο του 218.
* * *και μακρυνός, -ή, -ό (Μ μακρινός, -ή, -όν)αυτός που βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση, απομακρυσμένος, απόμακρος («μακρινή χώρα»)νεοελλ.1. αυτός που απέχει πολύ χρονικά, παρωχημένος («μακρινές εποχές»)2. φρ. α) «μακρινό ταξίδι»μτφ. ο θάνατοςβ) «μακρινοί συγγενείς» — οι συγγενείς που δεν έχουν στενό δεσμό συγγένειαςμσν.αυτός που προέρχεται από τόπο ο οποίος βρίσκεται μακριά.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. μακρινός < μακρός + κατάλ. -ινός, ενώ ο τ. μακρυνός < μακρύς + κατάλ. -νός (πρβλ. βράδυ: βραδινός)].
Dictionary of Greek. 2013.